- Ίνκας
- Λαός του κλάδου Κετσούα, που δημιούργησε τη μεγαλύτερη προκολομβιανή αυτοκρατορία στη Νότια Αμερική, η οποία, κατά την εποχή της κατάκτησης από τον Ισπανό Φρανθίσκο Πιθάρο, εκτεινόταν από το σημερινό κράτος του Ισημερινού έως τη βόρεια Χιλή και περιλάμβανε στο εσωτερικό τη στενή ορεινή περιοχή των Άνδεων. Η ονομασία Ί. μπορεί να αναφέρεται στον αρχηγό της αυτοκρατορίας, αλλά γενικότερα χρησιμοποιείται για την ίδια την αυτοκρατορία και τον λαό της.
Ιστορία. Σύμφωνα με τις προφορικές παραδόσεις, που συγκεντρώθηκαν μετά την ισπανική κατάκτηση από ιστορικούς Κετσούα και Ευρωπαίους, στις αρχές του 12ου αι. ο αρχηγός μιας μικρής φυλής των Κετσούα (ίσως των Αγιάρ ή Ίνκα) την οδήγησε σε μια εύφορη κοιλάδα ανάμεσα στα βουνά, όπου έχτισε την πόλη Κούσκο. Ύστερα από αυτό τον μυθικό βασιλιά, τον Μάνκο Καπάκ, ένας δραστήριος φύλαρχος που έζησε τον 13o αι., ο Σίντσι Ρόκα, ίδρυσε ένα απολυταρχικό βασίλειο και έγινε απόλυτος κύριός του, με τον τίτλο Σάπα Ί. (ο μόνος Ί.). Από εκείνη τη στιγμή στους κατοίκους της Κούσκο δόθηκε η γενική ονομασία Ί. Τον Σίντσι διαδέχθηκαν οι Λιόκε Γιουπάνκι, Μάιτα Καπάκ, Καπάκ Γιουπάνκι, Ίνκα Ρόκα, Γιούουαρ Ουακάκ, Βιρακότσα Ίνκα, που ενίσχυσαν, μεταξύ 13ου και 14ου αι., τη συνοχή του έθνους, αλλά δεν επεξέτειναν το έδαφος πέρα από την κοιλάδα της Κούσκο. Ο πρώτος Ί. που διεύρυνε τα σύνορα και οργάνωσε πολιτικά και διοικητικά το κράτος ήταν ο Κούσι Ίνκα Γιουπάνκι, γνωστός με το όνομα Πατσακουτέκ (1438-1471). Ο γιος του, Τουπάκ Ίνκα Γιουπάνκι, κατέκτησε τα προϊνκαϊκά βασίλεια της περουβιανής ακτής. Έφτασε στα Β έως το σημερινό κράτος του Ισημερινού και στα Ν έως τη Χιλή, ενώ διεύρυνε την αυτοκρατορία στο εσωτερικό έως τη σημερινή δυτική Βολιβία. Όσον αφορά τον πολιτικό τομέα, αναδιοργάνωσε διοικητικά τη νέα αυτοκρατορία, εφάρμοσε τις λεγόμενες μιτιμάες (αποικίες Ί. στις χώρες που είχε καταλάβει), έχτισε νέα φρούρια, ναούς και ανάκτορα και κατασκεύασε αξιόλογο δίκτυο στρατιωτικών δρόμων. Μετά τον θάνατό του άρχισαν οι αγώνες για την εξουσία, που οδήγησαν στην εξασθένηση της αυτοκρατορίας. Λίγο μετά τον θάνατο του διαδόχου Ουάινα Καπάκ, το 1531, αποβιβάστηκε στην Τουμπέρ ο Πιθάρο με μικρή στρατιωτική δύναμη. Μέσα σε λίγες δεκαετίες, οι Ισπανοί, αφού σκότωσαν τον Ίνκα Αταουάλπα (1533) και κατέστειλαν μερικές εξεγέρσεις (1535, που υποκίνησε ο Ίνκα Μάνκο Καπάκ B’, ο οποίος είχε διοριστεί από τους Ισπανούς, 1545, 1550, 1571), υπέταξαν όλη τη χώρα.
Κοινωνική οργάνωση. Η αυτοκρατορία των Ί., την οποία οι ντόπιοι ονόμαζαν Ταουαντισούγιου (τα τέσσερα τέταρτα του κόσμου), χωρίστηκε σε τέσσερις περιοχές (σούγιου), τις Τσιντσασούγιου (βορειοανατολική), Κουντσισούγιου (δυτική), Κολιασούγιου (νότια) και Αντισούγιου (ανατολική), με επικεφαλής έναν διοικητή που εκλεγόταν από τους αδελφούς του Ίνκα. Οι περιοχές αυτές χωρίζονταν με τη σειρά τους σε σάγια, με επικεφαλής έναν διοικητή (κουράκα), ευγενή από την πατριά του Ίνκα. Η μικρότερη κοινωνική διάρθρωση ήταν η οικογένεια, αυστηρά πατριαρχικού τύπου. Δέκα οικογένειες αποτελούσαν μία γεωργική κοινότητα (άιλιου), που διευθυνόταν από έναν αιρετό αρχηγό (σίντσι). Οι άιλιου είναι ακόμα και σήμερα διαδεδομένες στο Περού. Κάθε αρχηγός, όπως και κάθε κρατικός λειτουργός, εξαρτιόταν απευθείας από τον Ίνκα, ο οποίος ήταν κάτοχος των γαιών. Τα ορυκτά, προπάντων ο χρυσός, ανήκαν αποκλειστικά στον Ίνκα, ο οποίος μοίραζε τα αγαθά σύμφωνα με ένα αρκετά ισορροπημένο ιεραρχικό κριτήριο. Η δικαιοσύνη εφαρμοζόταν με αδέκαστο τρόπο, έστω και αν επρόκειτο για αρχηγούς ή ευγενείς. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι o Ίνκα δεν ήταν μόνο ο πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης αλλά και η προσωποποίηση της θεότητας στη Γη. Κάθε πολίτης ήταν υποχρεωμένος να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον τόπο όπου ζούσε, στον οποίο είχε σταλεί ύστερα από την εφαρμογή ορισμένων μέτρων (μίτα). Για να μη γίνονται εξεγέρσεις και για να αφομοιώνονται οι πληθυσμοί, τα μέτρα αυτά εφαρμόζονταν σε διάφορες περιοχές (μιταμάες).
Ο Ίνκα έλεγχε το σύνολο της γραφειοκρατικής οργάνωσης, χάρη σε ένα αποδοτικό δίκτυο διοικητικών ελεγκτών (κιπουκαμαγιόκ), οι οποίοι, μολονότι οι Ί. δεν είχαν δική τους γραφή, χρησιμοποιούσαν πρωτότυπα συστήματα μνημονικής καταγραφής (τα κίπου). Κάθε πολίτης, συμπεριλαμβανομένων και των ευγενών, αναλάμβανε από την παιδική του ηλικία το λειτούργημά του, όπως ακριβώς αποφασιζόταν από τους αρχηγούς ο γάμος και ο τόπος διαμονής. Δεν υπήρχαν φυλακές, αλλά οι παραβάσεις τιμωρούνταν αυστηρά, ενώ οι κυρώσεις ήταν σκληρότερες ή ελαφρύτερες ανάλογα με την κοινωνική θέση του ενόχου.
Η οικονομία, κατά την εποχή της ισπανικής εισβολής, βρισκόταν σε άνθηση. Τα αγαθά που περίσσευαν αποθηκεύονταν στις αυτοκρατορικές αποθήκες, οι οποίες υπήρχαν σχεδόν παντού στη χώρα και χρησιμοποιούνταν σε ώρα ανάγκης. Βάση της οικονομίας ήταν η γεωργία (καλαμπόκι, πατάτες, φασόλια, κόκα, αραχίδες, ντομάτες κλπ.). Επίσης, διαδεδομένες ήταν η υφαντική και η κεραμική. Τα μόνα μέταλλα που κατεργάζονταν οι Ί., αν και η χώρα είχε σημαντικό ορυκτό πλούτο, ήταν ο χρυσός, το ασήμι, ο χαλκός και o κασσίτερος.
Θρησκεία. Στην αυτοκρατορία των Ί. εξίσου ισχυρή με την πολιτική εξουσία ήταν και η θρησκευτική, ενώ ο Ίνκα θεωρείτο ως o γιος και ο αντιπρόσωπος του θεού Ήλιου (Ίντι) στη Γη. Επί αυτοκράτορα Πατσακούτι διαδόθηκε, αλλά μόνο μεταξύ των ευγενών, η λατρεία ενός αρχαίου ήρωα, του Βιρακότσα, στον οποίο για πρώτη φορά αφιερώθηκαν δύο ναοί. Άλλες σπουδαίες θεότητες του πανθέου των Ί. ήταν: ένας παμπερουβιανός θεός που συνδεόταν με τη βροχή και τις καταιγίδες, ο Ιλιάπα (ή Τονάπα)· ο Πατσακαμάκ, μάλλον μία παραλλαγή του Βιρακότσα, που λατρευόταν στην κεντρική ακτή και ύστερα σε όλη την αυτοκρατορία· μια σειρά μητέρων, όπως η Μάμα Κίλια (Μητέρα-Σελήνη, σύζυγος του Ίντι), Πάτσα Μάμα (Μητέρα-Γη), Μάμα Κότσα (Μητέρα-Θάλασσα), Μάμα Σάρα (Μητέρα-Καλαμπόκι). Όμως o υπέρτατος θεός ήταν ο Ίντι. Έτσι, οι πρώτοι μελετητές απέδιδαν στον Ήλιο όλους τους ναούς και αποκαλούσαν ιερείςτου Ήλιου όλους τους ιερείς και παρθένες του Ήλιου μερικές ιέρειες (άκλια-κούνα = εκλεκτές) που ασκούσαν διάφορα ιερά λειτουργήματα. Στην Κούσκο ο Ίντι δεχόταν καθημερινή θυσία και o ναός του, ο Κορικάντσα, ένα είδος πανθέου, περιλάμβανε είδωλα όλων των θεοτήτων των κατακτημένων χωρών. Πλάι στην κρατική αυτή θρησκεία υπήρχαν τοπικές λατρείες με άπειρους ιερούς τόπους (μικρά ιερά ή και απλές πέτρες) που ονομάζονταν ουάκα. Οι ιερείς ήταν και γιατροί, μολονότι υπήρχαν μάντεις, θεραπευτές και γιατροί. Οι ιερείς εφάρμοζαν μαγική πρακτική και ήταν οι μόνοι που ασκούσαν τη χειρουργική, ενώ οι θεραπευτές και οι γιατροί χρησιμοποιούσαν αφεψήματα με βάση τα φυτά. Ορισμένα από αυτά ήταν αρκετά αποτελεσματικά, όπως το κινίνο, η κόκα (φαρμακευτικά βότανα) κ.ά.
Τέχνη και λογοτεχνία. Τα επιβλητικά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του πολιτισμού των Ί. βρίσκονται διάσπαρτα σε μια λωρίδα του νοτιοαμερικανικού εδάφους, ανάμεσα στον Ειρηνικό και στις Άνδεις, που εκτείνεται από τον 1ο έως τον 37ο νότιο παράλληλο, δηλαδή από τον σημερινό Ισημερινό (Εκουαδόρ) έως τη Χιλή. Τα σημαντικότερα όμως μνημειακά σύνολα είναι συγκεντρωμένα στο Περού και ιδιαίτερα στη ζώνη της Κούσκο και της λίμνης Τιτικάκα. Στις περιοχές αυτές υπάρχουν πολυάριθμες πόλεις, ορισμένες ερειπωμένες και άλλες άριστα διατηρημένες, από τις οποίες μερικές κατοικούνται ακόμα, όπως το Κούσκο, το Μάτσου Πίτσου στο οροπέδιο Τσαν-Τσαν, η Κατζαμακουίλα και το Πίσκο στην ακτή. Ωστόσο, άλλες πόλεις, ενώ έχουν εγκαταλειφθεί εδώ και αιώνες, παραμένουν ανέπαφες, προστατευμένες από το δύσβατο έδαφος.
Τα αξιολογότερα κτίρια των Ί. είναι τα θρησκευτικά. Δύο από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα είναι το περίφημο Ανάκτορο του Ίνκα και ο λεγόμενος Ναός της Σελήνης. Χτισμένα σε ένα ωραιότατο τοπίο, επάνω σε δύο νησίδες της λίμνης Τιτικάκα (το νησί του Ήλιου και το νησί της Σελήνης), έχουν πολυσύνθετο σχέδιο, λεπτές διακοσμήσεις, επιβλητικές κλίμακες, εξώστες, κήπους, εκατοντάδες κόγχες, παράθυρα και θύρες, ενώ διατηρούν ακόμα τα ίχνη κίτρινου και ερυθρού κονιάματος.
Αντίθετα από τα αρχιτεκτονικά, τα ζωγραφικά τεκμήρια είναι λίγα και κατεστραμμένα. Στη μόνη μεγάλη τοιχογραφία που σώζεται (το ένα τμήμα της βρίσκεται σήμερα στη Λίμα και το άλλο στο Σικάγο), αποσπασμένη από την πυραμίδα της Σελήνης στη Μοτσέ, επαναλαμβάνονται τα μοτίβα και οι τεχνοτροπίες της κεραμικής. H τέχνη που αποκαλύπτει κυρίως την καλλιτεχνική ιδιοφυΐα των Ί. είναι η κεραμική. Πολύ διαφορετική από όλες τις άλλες της Νότιας Αμερικής, διακρίνεται για τη λεπτότητα του πηλού και την τελειότητα της επεξεργασίας, του ψησίματος και των σχημάτων των αγγείων. Η διακόσμηση είναι γραπτή, περιορισμένη σχεδόν πάντοτε στη μία πλευρά του σκεύους, και εκφράζεται με διάφορα μοτίβα: γεωμετρικά, χρωματιστές ζώνες, άνθη, πουλιά, ψάρια κ.ά. Επιμελημένη είναι ακόμα η κατανομή των χρωμάτων με τους τόνους του πηλού των αγγείων, που ποικίλλουν από το λευκό έως το μαύρο, το κόκκινο και το κίτρινο· οι τολμηρές και αφύσικες χρωματικές αντιθέσεις αποφεύγονται.
Πληθώρα σχεδίων και εξαίρετη κατασκευή χαρακτηρίζουν και την υφαντική των Ί. Ωραιότατα κιλίμια, κουβέρτες, είδη ρουχισμού (χιτώνες, καλύμματα κεφαλής, επενδύτες κ.ά.) ανακαλύφθηκαν σε τάφους πολλών νεκροπόλεων Ί. Έχουν πυκνές γεωμετρικές διακοσμήσεις (σταυρούς, σπείρες, μαιάνδρους, ρόμβους, τρίγωνα κ.ά.) και έντονους, συχνά αντιθετικούς χρωματισμούς, με ιδιαίτερη προτίμηση στο ζωηρό κόκκινο.
Αξιόλογη είναι και η χρυσοχοϊκή, ανεπτυγμένη περισσότερο στις ζώνες του βόρειου Περού. Τα ωραιότερα δείγματα είναι οι θώρακες και οι πανοπλίες των πολεμιστών, καθώς επίσης τα άφθονα ανάγλυφα και τα διακοσμημένα με πολύτιμους λίθους σκεύη.
Οι Ί., οι οποίοι δεν είχαν γραφή, είχαν αναπτύξει προφορική λογοτεχνία, που διαδιδόταν στη χώρα από τους αρανέε (πλανόδιους τραγουδιστές) και διδασκόταν στους νεαρούς ευγενείς από διδασκάλους που πληρώνονταν από το κράτος (αμαούτα). Ωστόσο, από τη μεγάλη αυτή κληρονομιά ελάχιστα έχουν διασωθεί. Μεταξύ των πιο χαρακτηριστικών έργων είναι ένα θεατρικό κείμενο, που έχει μεταγραφεί στα ισπανικά, ο Oλιαντάι, με θέμα τον τραγικό έρωτα της κόρης ενός Ίνκα με έναν νεαρό στρατηγό, τον Ολιαντάι.
Ινδιάνα του Περού με τη χαρακτηριστική ενδυμασία της· ανήκει σε μια ιθαγενή ομάδα που κατάγεται από τους Ίνκας.
Αρύβαλλος, χαρακτηριστικό δείγμα της κεραμικής των Ίνκας (Μουσείο Πιγκορίνι, Ρώμη).
Ο βρετανός μουσικός και συνθέτης Μπράιαν Ίνο (φωτ. ΑΠΕ).
ΜΕΓΙΣΤΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ ΤΩΝ ΙΝΚΑΣ
Ζωόμορφο αγγείο της περιόδου Νάσκα, αντιπροσωπευτικό δείγμα της τέχνης των Ίνκας (Μουσείο Μαγκνταλένα Βιέχα, Λίμα).
Τα ερείπια μιας οχυρωμένης πόλης των Ίνκας, που ανακαλύφθηκε το 1911 στη Μάτσου Πίτσου, κοντά στην Κούσκο, και περιλαμβάνει ναούς, τεμένη, πλατείες και οικιστικούς πυρήνες.
Η αυτοκρατορία των Ίνκας γνώρισε λαμπρή καλλιτεχνική άνθηση. Στη φωτογραφία, χρυσό τελετουργικό μαχαίρι της περιόδου Τσιμού (Εθνικό Ανθρωπολογικό Μουσείο, Λίμα).
Οι Ίνκας είχαν τη συνήθεια να ταριχεύουν τους νεκρούς και να τους δίνουν τη στάση του εμβρύου. Στη φωτογραφία, μούμια των Ίνκας.
Παλιά χαλκογραφία της μάχης της Κούσκο (Αύγουστος 1533), στην οποία οι Ισπανοί, με τον Φρανθίσκο Πιθάρο, νίκησαν τον στρατό των Ίνκας.
Φωτογραφία από το φαράγγι όπου βρισκόταν η «χαμένη» πόλη των Ίνκας, στο Περού (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.